κρυπτολογία

κρυπτολογία
η
1. η επιστήμη και η τεχνική τών μέσων και τών μεθόδων μετάδοσης και λήψης μυστικών μηνυμάτων
2. μελέτη αποτελεσμάτων που είναι και παραμένουν κρυμμένα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cryptology < crypt[o]- (< κρυπτ[ο]-*) + -logy (< -λογία < -λόγος < λέγω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κρυπτ(ο)- — (AM κρυπτ[ο] , Α και κρυψι ) πρώτο συνθετικό λέξεων τής Ελληνικής το οποίο έχει την έννοια ότι αυτό που δηλώνεται από το β συνθετικό γίνεται, είναι ή κάνει κάτι κρυφά, με μυστικό τρόπο (πρβλ. κρυπτογενής, κρυψίνους). Το κρυπτ(ο) ανάγεται στο επίθ …   Dictionary of Greek

  • κρυπτογραφία — Σύστημα γραφής μηνυμάτων με σκοπό τη μυστική αναμετάδοσή τους. Πιο συγκεκριμένα, αποτελεί ένα σύνολο κειμένων, πινάκων, κλειδιών και μηχανισμών διαφόρων τύπων, που επιτρέπουν να μεταβάλλεται ένα φανερό μήνυμα σε κρυπτογραφημένο ή αντίστροφα.… …   Dictionary of Greek

  • κρυπτολόγος — ο, η αυτός που ασχολείται με την κρυπτολογία. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρυπτ (< κρύπτω) + λόγος (< λέγω), πρβλ. καθαρο λόγος, καρδιο λόγος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”